Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

Τα χέρια που κράταγαν τη ζώνη...



  Στέκομαι στα σκαλοπάτια της εξόδου του σπιτιού μου. Ένα μηχανάκι περνάει και ο συνοδηγός πέφτει στην κατηφορική άσφαλτο. Ο οδηγός ανενόχλητος συνεχίζει τη πορεία του χωρίς να ενδιαφερθεί για τον φίλο του που έπεσε. Τρέχω κοντά του, αρχίζω να του μιλάω, μου απαντάει αλλά φαίνεται ότι δεν έχει απόλυτη επαφή με τη πραγματικότητα. Με βοηθάει ένας γείτονας να τον μεταφέρουμε στην άκρη. Του φέρνω λίγο νερό, εκείνος σοκαρισμένος δείχνει να το έχει ανάγκη. Χτυπάει το τηλέφωνο μου, το σηκώνω και με μεγάλη μου έκπληξη συνειδητοποιώ ότι είναι ο τύπος που οδηγούσε το μηχανάκι. "Γιατί τον παράτησες έτσι, δε ντρέπεσαι λιγάκι;" τον ρωτάω με έντονο ύφος και λίγο τρεμάμενη φωνή. " Δεν είχα άλλη επιλογή, να του πεις ότι τον αγαπώ πολύ, απλά έπρεπε να τον αφήσω." μου απάντησε ρουφώντας τη μύτη του. Γυρίζω στην είσοδο και έχουν εξαφανιστεί όλοι. 
  Οι γονείς μου είχαν καλέσει κόσμο για φαγητό. Ήταν μεσημέρι και φυσούσε ένα δροσερό αεράκι παράταιρο με την εποχή του. Ανέβηκα στο σπίτι τους για να βοηθήσω στη προετοιμασία. Είχαμε ανοιχτή τη μπροστινή μπαλκονόπορτα και απολαμβάναμε το χορό της ανθισμένης βοκαμβίλιας. Πηγαινοφέρναμε με τη μανούλα τα πιάτα στο τραπέζι και τραγουδάγαμε χαρωπά. Οι παράφωνες μελωδίες μας άρχισαν να μπερδεύονται με τις ομιλίες των επισκεπτών. "Μάλλον ήρθαν δε πας να δεις κάτω; να τους ανοίξεις κιόλας;" με ρώτησε και συνέχισε να τραγουδάει. 
  Κατέβηκα τις σκάλες και η εξώπορτα ήταν ήδη ανοιχτή. Οι καλεσμένοι ήταν έξω μαζεμένοι παριστάνοντας μικρά πηγάδια και μαζί τους ήταν και ο πατέρας μου. Κοιτώντας καλύτερα παρατήρησα ότι ένας άντρας τον οποίο δε γνώριζα κρατούσε τον σκύλο μου από το λουρί του. Κατέβηκα και τα τελευταία σκαλοπάτια της εξόδου και πλησίασα με απορημένο βλέμμα. Εκείνος έλυσε τη δερμάτινη ζώνη που κρατούσε το παντελόνι του και άρχισε να μαστιγώνει με μανία τον σκύλο μου. Μου κόπηκε η αναπνοή τσίριξα δύο φορές με όλη μου τη δύναμη και άρχισα να τρέμω, προσπαθούσα να του πω να τον αφήσει αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν από το στόμα μου. Ένα μαύρο πράγμα πλάκωσε το στέρνο μου και με έκανε να γονατίσω. Κατάλαβα ότι είχα πάθει κρίση πανικού, δεν μπορούσα καν να κουνηθώ. Μάζεψα όλες μου της δυνάμεις, πήρα βαθιά εισπνοή και έτρεξα να σώσω τον σκύλο μου από τον μανιώδη επισκέπτη μας. Στην προσπάθεια μου να του πάρω το λουρί από τα χέρια έφαγα και γω κάνα δυο αλλά με την τσίτα που είχα δεν κατάλαβα πόνο. Φώναζα και πάλευα με τα δυνατά του μπράτσα προσπαθώντας να σώσω τη παράλογη παρόρμηση του αγνώστου. Κέρδισα ή παραιτήθηκε δε ξέρω. Κράτησα τον Άρη κολλητά πάνω στο σώμα μου και συνέχισα για λίγα δευτερόλεπτα ακόμα τις φωνές. 
  Το τραπέζι ήταν μεγάλο και γεμάτο λιχουδιές, από τη θέση που καθόμουν τον έβλεπα, απορούσα πως μπορούνε όλοι να τρώνε με τέτοιο συμβιβασμό μπροστά στον άνθρωπο που πριν λίγη ώρα ήταν ένα τέρας. Το φαγητό δεν κατέβαινε, ούτε οι λέξεις έβγαιναν από το στόμα μου. Οι σκέψεις μου ήταν γεμάτες με ερωτηματικά που συνέχιζαν να τριβελίζουν το μυαλό μου. Προσπαθώντας να λύσω τον κόμπο που είχε εγκατασταθεί τις τελευταίες ώρες στο στομάχι μου, παράτησα το πιρούνι που έφτιαχνε σχηματάκια με το ρύζι και σηκώθηκα όρθια. Τους κοίταξα όλους, με κοίταξαν και εκείνοι, η ατμόσφαιρα ήταν σαν μια βόμβα έτοιμη να εκραγεί. Ζήτησα από τη γυναίκα που καθόταν δίπλα μου να βγάλει τη ζώνη της, με κοίταξε με τρόμο, με συνοπτικές διαδικασίες την πήρα μόνη μου. Στάθηκα πίσω του και άρχισα να τη χρησιμοποιώ επάνω του. Σοκαρίστηκε, προσπαθούσε με τα χέρια του να καλύψει το κεφάλι του. Τον μαστίγωνα με όλη μου τη δύναμη, με όλο μου το μίσος, με όλη μου την απόγνωση, με όλη μου τη περηφάνια. Οι υπόλοιποι είχαν μείνει σαν πεπρωμένα αγάλματα. Όταν εκτόνωσα αρκετά την οργή μου, του είπα να φύγει, ήμασταν πάτσι και δεν είχε καμία θέση σε αυτό το σπίτι. Ο πατέρας μου συμφώνησε του άνοιξε την πόρτα και τον έσυρε από το σακάκι έξω.
  Άνοιξα τα μάτια μου, ήμουν αρκετά αναστατωμένη, η ώρα ήταν πέντε, χάιδεψα τον σκύλο που κοιμόταν  ήσυχος δίπλα μου και σηκώθηκα να μετρήσω το σάκχαρο μου. Μπιιιιιιπ 300. Έκανα μερικές μονάδες και βολεύτηκα ξανά στα πολύχρωμα σεντόνια μου. Η υπεργλυκαιμία δημιουργεί εφιάλτες, αλλά καμιά φορά και οι εφιάλτες δημιουργούν υπεργλυκαιμία.

12 σχόλια:

Evie είπε...

Ευτυχώς που από την αρχή το μυρίστηκα ότι είχες εφιάλτη γιατί παρά λίγο να μου ανεβεί η
υπεργλυκαιμία κι ας μην έχω κανένα πρόβλημα.

roundel είπε...

Χαίρομαι που δε σε τρόμαξα πολύ!
Καλώς μας ήρθες...
Καλό σου βράδυ ελπίζω
χωρίς εφιάλτες :)

Unknown είπε...

Έχω καιρό να δω ένα όνειρο της προκοπής...
Σπάνια,βλέπω εφιάλτες...
Όταν ονειρεύομαι....τους βλέπω,
όταν τους ζω....ονειρεύομαι.

Αν το παθαίνεις και συ αυτό....ναι!
είσαι καλά!!!

Με στεναχώρησες με το ζαχαράκι...

Αγκαλίτσες πολλές!!!

roundel είπε...

Τα όνειρα είναι περίεργη κατάσταση ε σε συνδιασμό με το ζαχαράκι μερικές φορές γίνονται ακόμα πιο περίεργα...

Ευχαριστώ για τις αγκαλίτσες τις χρειαζόμουν γιατί αλήθεια τρόμαξα πολύ!

Καλή σου μέρα...

Let open red and green είπε...

καταπληκτική ονειρική περιγραφή!

επιστρέφουμε στο θέμα της εξουσίας, της βίας που ασκεί και της υπεράσπισης των αδυνάτων...

κάτι υπάρχει εδώ για σένα...

φιλί

roundel είπε...

Το πιασες! Δεν υπάρχει απλά κάτι, αυτό είναι ξεχωριστός τόμος :)

annanas είπε...

και για πες σαν ειδικός και τί σημαίνει το όνειρο; Δε νομίζω το υποσυνείδητο να ήθελε να πει κάτι για τον σκύλο, αλλά για σένα.

roundel είπε...

αννανα μου, το είπε ο Let open τα υπολοιπα εν καιρο!

theorema είπε...

Μέχρι να το πεις, φρίκαρα!...
Πάρα πολύ ζωντανό! Κινηματογραφικό θα έλεγα!

roundel είπε...

Να σε καλα θεωρημα! Χαιρομαι που σου προσφερα ταινιακι μικρου μήκους:)

streetfox είπε...

Το σουρεαλιστικό που χτυπάει το τηλ και είναι ο οδηγός από το μηχανάκι,
εξισώνεται από την ειλικρινή του εξομολόγηση «Δεν είχα άλλη επιλογή, να του πεις ότι τον αγαπώ πολύ, απλά έπρεπε να τον αφήσω.»
Αυτή η φράση μου κολλάει σε όλη την περιγραφή…που ακολουθεί

Προσωπικά μου αρέσουν τα οξύμωρα.
Και το όνειρο σου, ακροβατεί μεταξύ τραγικότητας και χιούμορ
αποπνέοντας δύναμη…

Εσύ βέβαια ξέρεις καλύτερα …

Οπαδός των ονείρων και εγώ, νομίζω ότι είναι ότι πιο σπάνιο να τα μοιραζόμαστε

ευχαριστούμε :)

roundel είπε...

Αλεπουδίτσα, από μικρή η μανούλα προσπαθούσε να με πείσει να γράφω τα όνειρα μου. Ήταν η κλασική σκηνή, εκείνη να φτιάχνει διάφορα στη κουζίνα και γω στη καρέκλα δίπλα από το τηλέφωνο, με αναμαλλιασμένο λουκ να της λέω τι είδα στον ύπνο μου. Βέβαια υπήρχαν και οι φορές που μου έλεγαν οι άλλοι τι έκανα στον ύπνο μου γιατί επί χρόνια παραμιλούσα και υπνοβατούσα.

Πρώτη φορά επιχειρώ να γράψω όνειρο μου...

Εγώ σας ευχαριστώ που είστε εδώ :)